Ο ώμος αποτελεί τη πιο ευκίνητη άρθρωση του ανθρώπινου σώματος και αυτός είναι και ο κύριος λόγος για τον συχνό τραυματισμό του. Η άρθρωση του ώμου είναι μιά άρθρωση τύπου μπάλας – θήκης και δημιουργείται από τρία οστά:
- το βραχιόνιο,
- την ωμοπλάτη, και
- την κλείδα.
H κεφαλή του βραχιονίου, εφαρμόζει σταθερά μέσα στη θήκη που δημιουργεί η ωμοπλάτη, την ωμογλήνη, δημιουργώντας την γληνοβραχιόνια άρθρωση. Γύρω από την γληνοβραχιόνιας άρθρωσης βρίσκετε ένα στεφάνι ιστού που ονομάζεται επιχείλιος χόνδρος και συμβάλλει στη σταθερότητα αυτής. Η κεφαλή του βραχιονίου και η ωμογλήνη καλύπτονται από στρώμα αρθρικού χόνδρου επιτρέπωντας την ομαλή εκτέλεση των ανατομικών κινήσεων. Η οροφή της άρθρωσης δημιουργείται από ειδική οστική προεξοχή της ωμοπλάτης και ονομάζεται ακρώμιο. Η οστική κατασκευή ολοκληρώνεται με τη κλείδα η οποία εφάπτεται με τμήμα του ακρωμίου και δημιουργεί την ακρωμιοκλειδική άρθρωση.
Το τενόντιο πέταλο των στροφέων μυών του ώμου (rotator cuff) αποτελείται από τέσσερις μύς και αποτελεί όχι μόνο το κύριο σταθεροποιητικό στοιχείο της άρθρωσης αλλά και τον κινητήριο μοχλό του άνω άκρου προς όλες σχεδόν τις κατευθύνσεις.
Παθήσεις
Ασβεστοποιός τενοντίτιδα – επασβέστωση ώμου
Η ασβεστοποιός τενοντίτιδα είναι μια παθολογική κατάσταση της άρθρωσης του ώμου που προσβάλλει συνήθως άτομα ηλικίας 40 ετών και άνω και χαρακτηρίζεται από την εναπόθεση και συσσώρευση ασβεστίου στους τένοντες του στροφικού πετάλου του ώμου. Το ακριβές αίτιο είναι άγνωστο, αλλά επικρατεί η άποψη ότι η τοπική ισχαιμία (μειωμένο οξυγόνο) στους τένοντες του στροφικού πετάλου ως μέρος της φυσιολογικής διαδικασίας γήρανσης ή πιθανώς λόγω μηχανικών παραγόντων (σύνδρομο πρόσκρουσης) οδηγεί σε ινοχόνδρινη μεταπλασία και σε εναπόθεση κρυστάλλων από τα χονδροκύτταρα.
Το πιο χαρακτηριστικό σύμπτωμα που αναφέρεται από τους ασθενείς είναι ο πόνος που οδηγεί σε μείωση του εύρους κίνησης της άρθρωσης του ώμου και δυσκαμψία. Επιπλέον, οι ασθενείς εμφανίζουν τοπική ευαισθησία κατά την ψηλάφηση, στις περιοχές όπου εντοπίζονται οι εναποθέσεις του ασβεστίου.
Σχετικά με την αντιμετώπιση του ασβεστώματος, ο Φυσικοθεραπευτής με την χρήση Κρουστικών Υπερήχων (shockwave ESWT ) μπορεί να καταπολεμήσει απευθείας και άμεσα το ασβέστωμα. Αυτό συνεπάγεται με αύξηση της αιματικής ροής του τένοντα, αισθητή μείωση του πόνου σε μικρό χρονικό διάστημα, αύξηση του εύρους κίνησης της άρθρωσης και γρήγορη επαναφορά στις καθημερινές δραστηριότητες.
Ρήξη στροφικού πετάλου
Το στροφικό πέταλο του ώμου αποτελείται από τέσσερις μυς και τους τένοντές τους, που «αγκαλιάζουν» την κεφαλή του βραχιονίου. Οι μυς αυτοί είναι: ο υποπλάτιος, ο υπερακάνθιος, ο υπακάνθιος και ο ελάσσων στρογγύλος. Οι κύριοι ρόλοι του στροφικού πετάλου είναι δύο:
α) η διατήρηση της σταθερότητας της άρθρωσης του ώμου και
β) η ανύψωση και οι στροφικές κινήσεις του βραχίονα.
Οι δύο κυριότερες αιτίες τραυματισμών είναι οι τραυματικές και οι εκφυλιστικές.
Οι τραυματικές συμβαίνουν συχνότερα μετά από κάκωση του ώμου, που μπορεί να προκληθεί από άρση μεγάλου βάρους ή πτώση με τεντωμένο άνω άκρο. Οι εκφυλιστικές ρήξεις εμφανίζονται κυρίως σε άτομα ηλικίας μεγαλύτερης των 40 ετών και είναι αποτέλεσμα σταδιακής φθοράς των τενόντων. Παράγοντες που ευθύνονται για τη φθορά των τενόντων είναι: επαναλαμβανόμενες μικροκακώσεις, π.χ. επαναλαμβανόμενες ανυψώσεις και στροφικές κινήσεις του βραχίονα στην εργασία ή σε αθλήματα, όπως η καλαθοσφαίριση, η άρση βαρών, οι ρίψεις, η ποδοσφαίριση και η αντισφαίριση. Τα κύρια συμπτώματα των ρήξεων του στροφικού πετάλου είναι ο πόνος και ο περιορισμός των κινήσεων στην άρθρωση του ώμου. Ο πόνος μπορεί να εμφανίζεται σε ηρεμία ή κατά τον ύπνο, ιδιαίτερα αν ο ασθενής κοιμάται στο πάσχον πλευρό. Επίσης μπορεί να εμφανίζεται κατά τις κινήσεις του βραχίονα. Ο περιορισμός της κινητικότητας του ώμου οφείλεται είτε στον πόνο είτε στη μυϊκή αδυναμία, που προκύπτει από τη ρήξη των τενόντων.
Στόχος της θεραπείας είναι η μείωση του πόνου και η αποκατάσταση της λειτουργικότητας του ώμου. Η επιλογή της κατάλληλης θεραπείας γίνεται με βάση το είδος της βλάβης, την ηλικία, το επίπεδο δραστηριότητας και τη γενική κατάσταση της υγείας του ασθενούς.
Στις περιπτώσεις που ο πόνος δεν είναι δυνατόν να ελεγχθεί με τη συντηρητική αντιμετώπιση, επιλέγεται η χειρουργική θεραπεία.
Ρήξη επιχείλιου χόνδρου (SLAP)
Ο επιχείλιος χόνδρος είναι ένα δακτυλίδι συνδετικού ιστού, το οποίο βρίσκεται γύρω από την περίμετρο της ωμογλήνης και αυξάνει το βάθος της με σκοπό να προσφέρει μεγαλύτερη σταθερότητα στον ώμο. Η βλάβη SLAP είναι μια πάθηση κατά την οποία το ανώτερο τμήμα του επιχείλιου χόνδρου αποκολλάται από την ωμογλήνη.
Η θεραπεία εξαρτάται από την ηλικία και τη δραστηριότητα του ασθενούς. Η συντηρητική θεραπεία είναι η συνήθης επιλογή σε άτομα που δεν έχουν υψηλές απαιτήσεις. Αντίθετα, σε άτομα που έχουν έντονη δραστηριότητα και αναζητούν γρηγορότερη αποκατάσταση, η χειρουργική είναι αντιμετώπιση εκλογής. Μετά από μια περίοδο αποκατάστασης, με φυσικοθεραπεία και άσκηση, επιτυγχάνεται και η επάνοδος και σε αθλητική δραστηριότητα.
Σύνδρομο υπακρωμιακής προστριβής
Το σύνδρομο υπακρωμιακής προστριβής αποτελεί μια κοινή αιτία πόνου στην περιοχή του ώμου. Είναι γνωστό και ως σύνδρομο πρόσκρουσης ή «ώμος του κολυμβητή». Το στροφικό πέταλο βρίσκεται κάτω από την κορυφή του ώμου, η οποία ονομάζεται ακρώμιο. Όταν συμβαίνει υπακρωμιακή προστριβή, το στροφικό πέταλο «τρίβεται» πάνω στο ακρώμιο. Κατά την ανύψωση του άνω άκρου, ο χώρος ανάμεσα στο στροφικό πέταλο και το ακρώμιο «στενεύει» και αυτό οδηγεί σε αύξηση της πίεσης. Η κατάσταση αυτή έχεις ως αποτέλεσμα τον τραυματισμό του στροφικού πετάλου και τελικά προκαλείται προστριβή. Το κύριο σύμπτωμα του συνδρόμου υπακρωμιακής προστριβής είναι ο αιφνίδιος πόνος στον ώμο. Αυτό συμβαίνει όταν το άνω άκρο ανυψώνεται πάνω από το επίπεδο της κεφαλής ή στρέφεται προς τα πίσω. Άλλα συμπτώματα περιλαμβάνουν: Ήπιο αλλά σταθερό πόνο στο άνω άκρο, πόνο που μεταφέρεται από το πρόσθιο τμήμα του ώμου προς την πλάγια μεριά του βραχίονα, πόνο που επιδεινώνεται κατά τη διάρκεια της νύχτας, αδυναμία του άνω άκρου. Πολλά περιστατικά υπακρωμιακής προστριβής προκαλούνται λόγω υπέρχρησης του ώμου. Η επαναλαμβανόμενη χρήση μπορεί να προκαλέσει φλεγμονή των τενόντων του ώμου. Ωστόσο, σε ορισμένα περιστατικά, τα αίτια εμφάνισης του συνδρόμου υπακρωμιακής προστριβής δεν είναι ξεκάθαρα.
Η συμμετοχή σε αθλήματα που απαιτούν χρήση των ώμων σε δυναμική κίνηση ή σε κίνηση πάνω από το επίπεδο της κεφαλής αποτελεί τον μεγαλύτερο παράγοντα κινδύνου για την ανάπτυξη του συνδρόμου υπακρωμιακής προστριβής όπως επίσης σε επαγγέλματα που απαιτούν ανύψωση μεγάλων φορτίων ή έντονη κίνηση των άνω άκρων. Τόσο η ηλικία όσο και προηγούμενοι τραυματισμοί στον ώμο αποτελούν επίσης παράγοντες κινδύνου για το σύνδρομο υπακρωμιακής προστριβής. Επίσης, σε ορισμένους ανθρώπους, όπου παρατηρείται ανατομική δυσμορφία στο ακρώμιο, οι πιθανότητες να εμφανίσουν το σύνδρομο είναι αυξημένες.
Η ανάπαυση είναι πολύ σημαντική για τη θεραπεία της υπακρωμιακής προστριβής. Το σύνδρομο υπακρωμιακής προστριβής συνήθως ανταποκρίνεται καλά στη φυσικοθεραπεία, κατά την οποία πραγματοποιούνται ελαφριές ασκήσεις με στόχο την ανάκτηση της δύναμης και του εύρους κίνησης. Το σύνδρομο υπακρωμιακής προστριβής συνήθως χρειάζεται περίπου τρεις έως έξι μήνες για να θεραπευτεί πλήρως. Ωστόσο, συνήθως μπορείτε να αρχίσετε να επιστρέφετε στις κανονικές σας δραστηριότητες εντός δύο έως τεσσάρων εβδομάδων.
Παγωμένος ώμος
Ο “παγωμένος ώμος”, ή αλλιώς συμφυτική θυλακίτιδα, είναι μια πάθηση κατά την οποία μειώνεται η δυνατότητα της κίνησης της άρθρωσης του ώμου με αποτέλεσμα να υπάρχει σημαντική δυσκαμψία και οξύς πόνος. Η φυσική πορεία της νόσου είναι καλοήθης μιας και μετά από μια περίοδο με προοδευτικά επιδεινούμενα συμπτώματα, η πάθηση βελτιώνεται, αλλά η πλήρης ανάρρωση μπορεί να διαρκέσει από μερικούς μήνες έως και 3 χρόνια. Ο “παγωμένος ώμος” αναπτύσσεται σε τρία στάδια:
Πρώτο στάδιο
Στο στάδιο του «παγώματος», που συνήθως διαρκεί από 6 έως 9 μήνες, σταδιακά ο πόνος αυξάνεται. Καθώς ο πόνος χειροτερεύει, η κινητικότητα της άρθρωσης αρχίζει να περιορίζεται.
Δεύτερο στάδιο
Ο πόνος βελτιώνεται σε αυτό το στάδιο αλλά η δυσκαμψία παραμένει. Κατά τη διάρκεια των 4 με 6 μηνών αυτού του σταδίου, ο ασθενής μπορεί να δυσκολευτεί πολύ με τις καθημερινές του δραστηριότητες.
Τρίτο στάδιο
Η κίνηση του ώμου σταδιακά βελτιώνεται. Η πλήρης επιστροφή στη φυσιολογική δύναμη και κίνηση του ώμου συνήθως διαρκεί από 4 ή 6 μήνες έως 2 ή 3 χρόνια.
Τα αίτια του παγωμένου ώμου δεν έχουν γίνει πλήρως κατανοητά. Η θεραπεία εστιάζει στον έλεγχο του πόνου και την αποκατάσταση της κίνησης και της δύναμης του ώμου. Σκοπός της φυσικοθεραπείας είναι η αποκατάσταση του εύρους κίνησης. Η θεραπεία περιλαμβάνει διατάσεις και ασκήσεις εύρους κίνησης για τον ώμο. Κάποιες φορές χρησιμοποιείται θερμότητα με σκοπό τη χαλάρωση του ώμου πριν από τις διατάσεις. Αν οι παραπάνω πρακτικές δε βοηθήσουν στη μείωση των συμπτωμάτων, τότε ο ασθενής μπορεί να συζητήσει με το γιατρό του για το ενδεχόμενο επέμβασης. Μετά το χειρουργείο η κινησιοθεραπεία είναι απαραίτητη για να διατηρηθεί το εύρος κίνησης που έχει ανακτηθεί μετά την επέμβαση. Ο χρόνος πλήρους ανάρρωσης κυμαίνεται από 6 εβδομάδες έως 3 μήνες, αλλά η επιστροφή σε καθημερινές δραστηριότητες γίνεται πολύ νωρίτερα. Η προσήλωση του ασθενούς στο πρόγραμμα αποκατάστασης είναι πολύ σημαντικός παράγοντας για τον χρόνο επιστροφής του σε χειρωνακτικές ή αθλητικές δραστηριότητες.
Αρθρίτιδα ακρωμιοκλειδικής
Η κατάσταση αυτή προκαλείται από την μεταφορά μεγάλων φορτίων σε μια μικρή περιοχή επαφής μετά από επαναλαμβανόμενες κινήσεις. Είναι πιο συνηθισμένη σε ηλικιωμένα άτομα αλλά συχνά εμφανίζεται και κατά τη 2η δεκαετία της ζωής. Προδιάθεση έχουν οι αθλητές ή τα άτομα που χρησιμοποιούν το χέρι πάνω από το οριζόντιο επίπεδο ή έχουν παλαιότερους τραυματισμούς στην περιοχή. Εκδηλώνεται με πόνο στο άνω τμήμα του ώμου κατά την επαναλαμβανόμενη χρήση του μέλους.
Η θεραπεία είναι συνήθως συντηρητική. Σε περιπτώσεις που αποτυγχάνει η συντηρητική θεραπεία, σε πολύ ενεργά άτομα και σε αθλητές, η αντιμετώπιση είναι χειρουργική.
Εξάρθρημα ώμου
Ως εξάρθρημα ώμου ορίζεται η απομάκρυνση της αρθρικής επιφάνειας του βραχιονίου οστού (κεφαλή) από την αρθρική επιφάνεια της ωμοπλάτης (ωμογλήνη). Αν και στην πλειοψηφία των περιστατικών, το εξάρθρημα οφείλεται σε τραυματικό γεγονός που απαιτεί αρκετή βία, ορισμένες φορές προκαλείται εξαιτίας των χαλαρών αρθρώσεων του ασθενούς. Οι συνέπειες αυτού είναι ο τραυματισμός του επιχείλιου χόνδρου της ωμογλήνης (βλάβη Bankart), της κεφαλής του βραχιονίου (βλάβη Hill-Sachs), των θυλακοσυνδεσμικών στοιχείων, του αρθρικού χόνδρου, των νεύρων και των οστών της περιοχής.
Το εξάρθρημα ώμου μπορεί να είναι: πρόσθιο, οπίσθιο, κατώτερο. Μερικά από τα συμπτώματα που υποδηλώνουν πως έχετε υποστεί εξάρθρημα ώμου, είναι: οξύς πόνος, αδυναμία κίνησης της άρθρωσης, παραμόρφωση της άρθρωσης, πρήξιμο ή/και αιμάτωμα στην περιοχή, μούδιασμα στον ώμο ή στο χέρι
Τα αίτια που προκαλούν ένα εξάρθρημα ώμου ποικίλλουν, κυρίως εξαιτίας των ανατομικών στοιχείων της άρθρωσης, που επιτρέπει την εκτέλεση μεγάλου εύρους κινήσεων. Ως συνηθέστερα αίτια αναφέρονται οι αθλητικοί τραυματισμοί, οι τραυματισμοί από πτώση εκτός αθλητικής δραστηριότητας, όπως για παράδειγμα λόγω πτώσης από σκάλα, αλλά και τα τροχαία ατυχήματα.
Η θεραπεία για το εξάρθρημα του ώμου καθορίζεται από διαφορετικούς παράγοντες, όπως: την ηλικία του ασθενούς κατά τον πρώτο τραυματισμό του, τον αριθμό των εξαρθρημάτων, το είδος και το επίπεδο της αθλητικής του δραστηριότητας, τις οστικές κακώσεις που προκλήθηκαν κατά τον τραυματισμό, την χαλαρότητα των αρθρώσεων του.
Αφού πραγματοποιηθεί η ανάταξη του τραυματισμένου ώμου, η συντηρητική θεραπεία προϋποθέτει να παραμείνει το άκρο σε ακινητοποίηση για διάρκεια περίπου τεσσάρων εβδομάδων. Η χειρουργική θεραπεία για το εξάρθρημα του ώμου εκτελείται αρθροσκοπικά. Μια επιτυχημένη επέμβαση, ακολουθούμενη από ένα ειδικό πρόγραμμα αποκατάστασης, βοηθούν τον ασθενή στην πλήρη επάνοδο του στις προεγχειρητικές του δραστηριότητες σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Αρθρίτιδα
Ο όρος αρθρίτιδα χρησιμοποιείται για να εκφράσει την δυσλειτουργία μιας άρθρωσης. Ουσιαστικά πρόκειται για μια μη αναστρέψιμη βλάβη, με κύριο χαρακτηριστικό την καταστροφή του αρθρικού χόνδρου, του ιστού που καλύπτει τα οστά μέσα στις αρθρώσεις, διευκολύνοντας την κίνηση. Όπως ακριβώς και η οστεοαρθρίτιδα του ισχίου και του γόνατος, υπάρχουν διάφοροι τύποι αρθρίτιδας ώμου:
Οστεοαρθρίτιδα ώμου
Η οστεοαρθρίτιδα ώμου αποτελεί τον πιο συνήθη τύπο αρθρίτιδας ώμου. Πρόκειται για μία χρόνια, εκφυλιστική νόσο, που παρατηρείται συνήθως σε μεγαλύτερες ηλικίες χωρίς σαφή αιτία. Η οστεοαρθρίτιδα χαρακτηρίζεται από τη σταδιακή φθορά του χόνδρου που βρίσκεται στις επιφάνειες του ώμου. Η σταδιακή αυτή φθορά προκαλεί τριβή μεταξύ των οστών της περιοχής με αποτέλεσμα τη σκλήρυνση των οστικών επιφανειών και τη δημιουργία οστεοφύτων.
Μετατραυματική αρθρίτιδα
Η μετατραυματική αρθρίτιδα προκαλείται έπειτα από κάποιον σοβαρό τραυματισμό του ώμου. Για παράδειγμα, ένα κάταγμα μέσα στην άρθρωση, μπορεί να προκαλέσει σοβαρή βλάβη του χόνδρου που καλύπτει τις αρθρικές επιφάνειες.
Ρευματοειδής αρθρίτιδα
Η ρευματοειδής αρθρίτιδα αποτελεί μία χρόνια φλεγμονώδη πάθηση που εκδηλώνεται ως συμμετρική πολυαρθρίτιδα, δηλαδή προσβάλλει και τις δύο αρθρώσεις. Η πάθηση παρουσιάζει φλεγμονή του αρθρικού υμένα, με σταδιακή διόγκωσή του, προκαλώντας έντονο πόνο και δυσκαμψία του ώμου.
Αρθρίτιδα λόγω χρόνιας ρήξης του τενοντίου πετάλου
Σε ορισμένες περιπτώσεις ορισμένα χρόνια μετά από μαζική ρήξη των τενόντων του στροφικού πετάλου του ώμου προκαλείται αρθρίτιδα λόγω της χρόνιας ρήξης του τενοντίου πετάλου.
Η αρθρίτιδα εκδηλώνεται κυρίως με πόνο κατά τις κινήσεις, νυχτερινό πόνο και δυσκαμψία και περιορίζει το εύρος που μπορεί το άτομο να κινήσει το μέλος που πάσχει. Παρουσιάζει υφέσεις και εξάρσεις και τα συμπτώματα μπορεί να είναι ήπια, μέτρια ή και σοβαρά. Δυστυχώς, με το πέρασμα του χρόνου, η νόσος εξελίσσεται και τα συμπτώματα επιδεινώνονται. Κάθε άνθρωπος έχει διαφορετική δυνατότητα αντιρρόπησης των βλαβών που προκαλεί η αρθρίτιδα με αποτέλεσμα η ένταση και η διάρκεια των συμπτωμάτων να ποικίλλει από άτομο σε άτομο. Επειδή, συνήθως, στα αρχικά στάδια της νόσου τα συμπτώματα είναι αμβληχρά, πολύ συχνά ερμηνεύονται ως «κούραση» ή «τενοντίτιδα» και δεν δίνεται η απαραίτητη προσοχή για την διάγνωση της νόσου.
Τόσο στο αρχικό όσο και στα ενδιάμεσα στάδια της νόσου, η τροποποίηση της δραστηριότητας, η χρήση ζεστών ή κρύων επιθεμάτων, η φυσικοθεραπεία και η χρήση συμπληρωμάτων διατροφής μπορεί να βελτιώσει τόσο τον πόνο όσο και την λειτουργικότητα. Στα προχωρημένα στάδια ή στις περιπτώσεις που η συντηρητική αγωγή δεν είναι αρκετή για να ανακουφίσει τον ασθενή, υπάρχουν επεμβάσεις που δίνουν λύση. Η χειρουργική θεραπεία συμπληρώνεται με πρόγραμμα αποκατάστασης που έχει σκοπό την επανεκπαίδευση της ωμικής ζώνης έτσι ώστε να μπορέσει να ανακτήσει το εύρος κίνησης του ώμου και την λειτουργικότητα του μέλους. Ο χρόνος της αποκατάστασης ποικίλει και είναι ανάλογος των λειτουργικών απαιτήσεων του ασθενούς αν και ο πόνος που οδηγεί τον ασθενεί σε αυτές τις επεμβάσεις υποχωρεί σχεδόν άμεσα στην πρώιμη μετεγχειρητική περίοδο.
Αρθροπλαστική ώμου
Η αρθροπλαστική ώμου είναι η χειρουργική επέμβαση που σκοπό έχει την αντικατάσταση των φθαρμένων αρθρικών επιφανειών του ώμου. Η ένδειξη για την επέμβαση είναι η σοβαρή αρθρίτιδα του ώμου. Αυτή μπορεί να είναι συνέπεια: εκφύλισης (οστεοαρθρίτιδας), ρευματισμών (ρευματοειδής αρθρίτιδας), άσηπτης νέκρωσης (οστεονέκρωσης), σοβαρών τραυματισμών, όπως ενδοαρθρικά κατάγματα (μετα-τραυματική αρθρίτιδα), παλιών επεμβάσεων, μαζικής ρήξης τενόντων του στροφικού πετάλου του ώμου.
Ο ασθενής χρειάζεται αυτή την επέμβαση όταν υπάρχει: επιδείνωση και μόνιμη εγκατάσταση των συμπτωμάτων, νυχτερινά συμπτώματα που δεν υποχωρούν, αποτυχία της συντηρητικής αγωγής, περιορισμός της κίνησης του ώμου και αδυναμίας του άκρου, περιορισμός της λειτουργικότητας του ατόμου. Κατά τις πρώτες μετεγχειρητικές ημέρες ο πόνος από το χειρουργικό τραύμα αντιμετωπίζεται με παυσίπονα. Το είδος, η δόση και η διάρκεια χρήσης τους γίνεται με κριτήριο την ενόχληση του ασθενούς και συνήθως δεν ξεπερνά την μία εβδομάδα. Δεν απαιτούνται άλλα φάρμακα. Το άνω άκρο κινητοποιείται από την πρώτη ημέρα με χρήση ειδικού κηδεμόνα. Ο ασθενής εκπαιδεύεται να πραγματοποιεί απλές ασκήσεις που μπορούν τον ανακουφίζουν και βοηθούν στην αποκατάσταση. Αυτές πραγματοποιούνται από την πρώτη μέρα στο σπίτι χωρίς βοήθεια.
Μια επιτυχημένη επέμβαση συμπληρώνεται με ένα πρόγραμμα αποκατάστασης που βοηθάει τον ασθενή να επανέλθει αρχικά στις καθημερινές υποχρεώσεις και αργότερα σε πιο έντονη δραστηριότητα. Σκοπός της είναι η επανεκπαίδευση της ωμικής ζώνης έτσι ώστε να μπορέσει να ανακτήσει το εύρος κίνησης του ώμου και η μυϊκή ενδυνάμωση για την επιστροφή σε πλήρη δραστηριότητα. Ο χρόνος της αποκατάστασης εξαρτάται από την επιμονή του ασθενούς και ποικίλλει ανάλογα με τις λειτουργικές απαιτήσεις του ασθενούς.