Αγκώνας

Η άρθρωση του αγκώνα αποτελείται από τρία οστά, το βραχιόνιο την κερκίδα και την ωλένη. Η κερκίδα και η ωλένη σχηματίζουν το αντιβράχιο περιφερικά του αγκώνα, ενώ το βραχιόνιο οστούν βρίσκεται κεντρικά της άρθρωσης. Τα τρία οστά συνδέονται μεταξύ τους με ισχυρούς συνδέσμους έτσι ώστε να μπορεί η άρθρωση να επιτελεί τις ανατομικές κινήσεις όπως κάμψη και έκταση, πρηνισμό και υπτιασμό κινήσεις οι οποίες επιτρέπουν στο χέρι να γυρνάει προς κάθε κατεύθυνση.

Στον αγκώνα συναντώνται τα τρία μεγάλα νεύρα του άνω άκρου, το κερκιδικό νεύρο που περνά από την έξω επιφάνεια του αγκώνα, το ωλένιο νεύρο από την έσω επιφάνεια του αγκώνα και το μέσο νεύρο στην πρόσθια επιφάνεια της άρθρωσης. Η άρθρωση του αγκώνα αποτελεί συχνό σημείο τραυματισμού του άνω άκρου ιδιαίτερα κατά τη πτώση του ατόμου το οποίο για λόγους προστασίας προτάσσει τα άνω άκρα του.

Παθήσεις

Η σωστή και ακριβής αντιμετώπιση – συντηρητική με γύψο ή χειρουργική – ενός κατάγματος ή εξαρθρήματος αποτελεί σαφή προϋπόθεση για ορθή λειτουργία της άρθρωσης και την πρόληψη εμφάνισης μετατραυματικών επιπλοκών στο εγγύς και απώτερο μέλλον (μετατραυματική αρθρίτιδα, παραμόρφωση του άξονα του άνω άκρου κ.α.).

Έξω Επικονδυλίτιδα ή ο «αγκώνας του τενίστα»

Η έξω επικονδυλίτιδα είναι μία πάθηση που προκαλεί έντονο πόνο στην εξωτερική πλευρά του αγκώνα. Ονομάζεται επίσης “tennis elbow” ή σε μετάφραση «ο αγκώνας του τενίστα», λόγω της συχνής εμφάνισης της σε ανθρώπους που ασχολούνται με το συγκεκριμένο άθλημα. Εμφανίζεται εξαιτίας τραυματισμού ή καταπόνησης της περιοχής από όπου εκφύονται οι τένοντες των μυών που δρουν για να κάνει έκταση ο καρπός και τα δάκτυλα του χεριού. Η επαναλαμβανόμενη κίνηση έκτασης του καρπού και των δακτύλων, είναι η πιο συχνή αιτία πόνου στην εξωτερική επιφάνεια του αγκώνα. Τα αίτια της έξω επικονδυλίτιδας εμφανίζονται κατά κύριο λόγο σε ανθρώπους που ασκούν συνεχή χειρωνακτική εργασία ή έχουν έντονη αθλητική δραστηριότητα. Πιο συγκεκριμένα, παρατηρείται συχνά σε καθημερινούς χρήστες ηλεκτρονικού υπολογιστή, μάγειρες, κομμωτές, ελαιοχρωματιστές, οικοδόμους, αθλητές, κλπ.

Τα συμπτώματα της έξω επικονδυλίτιδας εμφανίζονται προοδευτικά, δηλαδή, ο πόνος είναι αρχικά ήπιος και παρουσιάζει βαθμιαία επιδείνωση. Τα κυριότερα συμπτώματα είναι: αυξανόμενος πόνος στην περιοχή του αγκώνα, ερεθισμός ή/και πόνος γύρω από τον έξω επικόνδυλο, αδυναμία του καρπού και δυσκολία σε καθημερινές δραστηριότητες όπως το κράτημα ενός στυλό ή κούπας, το άνοιγμα μίας πόρτας, δυσάρεστη αίσθηση σε κινήσεις όπως η έκταση του καρπού ή των δαχτύλων με αντίσταση.

Για την θεραπεία της πάθησης συνίσταται αλλαγή ή η τροποποίηση της δραστηριότητας που προκαλεί επαναλαμβανόμενη φόρτιση και άρα τραυματισμό. Αυτό συνήθως είναι αρκετό για να επιτρέψει στον οργανισμό να αυτοπεριορίσει την φλεγμονή. Οι παθητικές διατάσεις είναι ασκήσεις που βοηθούν πολύ στην αποθεραπεία, αλλά πρέπει να γίνονται τακτικά για μεγάλο χρονικό διάστημα. Σε περιπτώσεις που τα συμπτώματα δεν υποχωρούν σε διάστημα μεγαλύτερο των 6 μηνών έχει θέση η χειρουργική θεραπεία. Οι περιπτώσεις που αυτό χρειάζεται είναι πολύ λίγες, μιας και η συντηρητική αντιμετώπιση είναι αποτελεσματική στο 95% των περιπτώσεων.

Έσω επικονδυλίτιδα – Ο αγκώνας του παίχτη του γκολφ

Η έσω επικονδυλίτιδα είναι μία φλεγμονή των τενόντων μέσω των οποίων, οι καμπτήρες μύες του αντιβραχίου προσφύονται στο κόκκαλο. Η πάθηση αυτή προκαλεί πόνο στην εσωτερική πλευρά του αγκώνα. Προκαλείται ύστερα από παρατεταμένη χρήση των καμπτηρών, δηλαδή των μυών που ελέγχουν την κάμψη του καρπού. Οφείλεται στην παρατεταμένη χρήση των μυών λόγω αθλητικής δραστηριότητας ή εργασίας. Εμφανίζεται κατά κύριο λόγο σε άτομα που εργάζονται χειρωνακτικά, δακτυλογραφούν, ράβουν ή πλέκουν. Ακόμη, αθλήματα όπως το τένις, η άρση βαρών και το γκολφ ενδέχεται να προκαλέσουν αυτήν την πάθηση. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν έντονο και αυξανόμενο πόνο σε συνδυασμό με αίσθημα καύσου. Κινήσεις όπως το σφίξιμο της μπουνιάς, η αντίσταση και το σπρώξιμο επιδεινώνουν τον πόνο.

Η έσω επικονδυλίτιδα θεραπεύεται αρχικά με την αλλαγή ή την τροποποίηση της δραστηριότητας που προκαλεί επαναλαμβανόμενη φόρτιση, ώστε να επιτραπεί στον οργανισμό να αυτοπεριορίσει την φλεγμονή. Οι παθητικές διατάσεις είναι ασκήσεις που βοηθούν πολύ στην αποθεραπεία αλλά πρέπει να γίνονται τακτικά για μεγάλο χρονικό διάστημα. Σε περιπτώσεις που τα συμπτώματα δεν υποχωρούν σε διάστημα μεγαλύτερο των 6 μηνών έχει θέση η χειρουργική θεραπεία. Οι περιπτώσεις που χρειάζεται κάτι χειρουργική θεραπεία, πάντως, είναι πολύ λίγες.

Κακώσεις της περιοχής του αγκώνα (κατάγματα/ εξαρθρήματα)

Ο συνηθέστερος μηχανισμός κάκωσης είναι η πτώση στο έδαφος και η στήριξη με την παλάμη. Τα περισσότερα κατάγματα είναι ρωγμώδη απαρεκτόπιστα ή ελάχιστα παρεκτοπισμένα. Εντούτοις, υπάρχουν και τα παρεκτοπισμένα, τα οποία χρειάζονται ιδιαίτερη προσοχή στην αντιμετώπιση.

Τα απαρεκτόπιστα συνήθως χρειάζονται μια απλή ανάρτηση του ώμου, χωρίς τοποθέτηση γύψου και σταδιακή κινητοποίηση με ή χωρίς χρήση λειτουργικού κηδεμόνα. Η διάγνωση τίθεται αρχικά από το ιστορικό του τραυματισμού και από την κλινική εικόνα. Η κλινική εικόνα περιλαμβάνει: έντονο οίδημα, πόνο και αδυναμία κινήσεων του αγκώνα.

Κατά την αποκατάσταση, με την πρώιμη κινητοποίηση καταπολεμούμε τη δυσκαμψία. Έτσι, επιτυγχάνουμε την πλήρη έκταση του αγκώνα, καθώς και τον πλήρη υπτιασμό. Η φυσικοθεραπεία (κινησιοθεραπεία) βοηθάει στις περισσότερες περιπτώσεις.

Ρήξη δικεφάλου στον αγκώνα

Ο μυς του δικεφάλου βρίσκεται στο πρόσθιο μέρος του βραχίονα και είναι αυτός που συχνά αποκαλούμε «ποντίκι». Ο δικέφαλος μυς συνδέεται με τένοντες στα οστά του ώμου και του αγκώνα. Η ρήξη του δικεφάλου τένοντα στον αγκώνα δεν είναι σπάνια και συνήθως προκαλείται από βίαιη και απότομη σύσπαση του μυός, με αποτέλεσμα να παρατηρείται απόσπαση του τένοντα από το οστό της κερκίδας στην περιοχή του αγκώνα, όπου προσφύεται. Ο τένοντας του δικεφάλου στον αγκώνα είναι αδύνατο να επουλωθεί όταν υποστεί ρήξη. Τη λειτουργία του δικεφάλου όσον αφορά την κάμψη του αγκώνα μπορούν να υποκαταστήσουν άλλοι μύες, ωστόσο αυτό δε συμβαίνει για όλες τις κινήσεις π.χ. τον υπτιασμό, δηλαδή την κίνηση που κάνουμε όταν βιδώνουμε μια βίδα.

Η ρήξη μπορεί να είναι μερική ή ολική. Στη μερική ρήξη του τένοντα, υπάρχει βλάβη στους μαλακούς ιστούς, αλλά δε γίνεται απόσπαση ολοκλήρου του τένοντα. Αυτοί οι ασθενείς αντιμετωπίζονται συντηρητικά με φυσικοθεραπευτική αποκατάσταση. Συνήθως όμως η ρήξη του δικεφάλου είναι πλήρης και παρατηρείται αποκόλληση του τένοντα από το σημείο πρόσφυσής του στο οστό. Στην περίπτωση αυτή, προκειμένου να αποκατασταθεί η δύναμη του χεριού συνήθως συνιστάται χειρουργική επέμβαση.  Εντούτοις, η συντηρητική θεραπεία μπορεί να είναι μια επιλογή σε λιγότερο δραστήρια άτομα ή σε ασθενείς μεγάλης ηλικίας. Στόχος είναι η ανακούφιση του πόνου και η διατήρηση των λειτουργιών του άνω άκρου. Συστήνεται έτσι η αποφυγή άρσης βαρών. Όταν ο πόνος μειωθεί, ο ασθενής αρχίζει πρόγραμμα φυσικοθεραπείας προκειμένου να δυναμώσουν οι παρακείμενοι μύες και να βελτιωθεί η δύναμη του άνω άκρου